Μαμά & σύζυγος με το ζόρι (Κεφ. 3)

Μαμά & σύζυγος με το ζόρι (Κεφ. 3)

Η μητέρα  είχε ξαπλώσει, γιατί δεν ένιωθε πολύ καλά, το ίδιο και η Σοφία με τα αγόρια. Τα κορίτσια έβλεπαν μια ταινία στην τηλεόραση. Μπήκα στην κουζίνα κι έφτιαξα καφέ, κάθισα στο τραπέζι χαζεύοντας από το παράθυρο, που είχε θέα στο δέντρο. Ο Παύλος δε φαινόταν πουθενά, που είχε πάει άραγε; Θα μπορέσει να αντέξει; Πρέπει ν’ αντέξει για τα παιδιά του, δεν γίνεται διαφορετικά. Πήρα τον καφέ  και πήγα στο δωμάτιο μου. Πάνω από το κρεβάτι μου είχα κρεμασμένη την εικόνα της Παναγίας, γονάτισα και άρχισα να προσεύχομαι για την αδερφή μου. Ήλπιζα σε ένα θαύμα. Ορκίστηκα να σταματήσω να εκνευρίζομαι και να βοηθήσω την αδερφή μου με κάθε τρόπο, πιστεύοντας πως έτσι μπορεί να γινόταν και θαύμα. Την προσευχή μου διέκοψε η μητέρα μου που μπήκε στο δωμάτιο μου γρήγορα κλείνοντας την πόρτα πίσω της. Τα μάτια της γέμισαν δάκρυα πάλι.

-Μητέρα μην κλαις άλλο σε παρακαλώ, προσπάθησε να ηρεμήσεις, κάντο για τα παιδιά και τη Σοφία.

-Τι θ’ απογίνουν αυτά τα αγγελούδια κόρη μου, εγώ δεν έχω πια αντοχές, γέρασα.

-Κι εγώ γιατί είμαι εδώ ,έτσι θα τ’ αφήσω;

-Αλήθεια λες κορίτσι μου θα τα φροντίσεις;

-Εσύ τι λες; Εξάλλου έχουν και τον πατέρα τους.

-Το σπίτι, τα παιδιά και την οικογένεια παιδί μου την κρατάει μόνο η μάνα.

-Έλα μαμά μου τώρα, ξάπλωσε εδώ δίπλα μου και θα βάλω ν’ ακούσουμε την αγαπημένη σου παράκληση παρέα και ποτέ δεν ξέρεις, ο Θεός είναι μεγάλος, έτσι δε λες;

-Ναι παιδί μου, σ’ ευχαριστώ.  

Το απόγευμα πήρα τα ανίψια μου και τα πήγα στην πλατεία του χωριού ,στις κούνιες και για πίτσα. Το κατά ευχαριστήθηκαν, γέλασαν, έπαιξαν και έφαγαν μέχρι σκασμού. Όταν γυρίσαμε στο σπίτι πήγαν κατευθείαν για ύπνο. Η Σοφία μ’ αγκάλιασε και μ’ ευχαρίστησε:

-Σε ευχαριστώ πολύ Έφη μου, ξέρω ότι μπορώ να βασίζομαι σε σένα, να ξέρεις ότι σ’ αγαπώ πολύ.  

 

         ΟΙ ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΣΤΗ  ΣΥΡΟ

 

Μόλις πάτησα στο λιμάνι της Σύρου, η νησιώτικη αύρα με χαλάρωσε. Θα μου πεις διακοπές ήρθα, γίνεται να μη χαλαρώσω; Οι φωνές όμως από τα μικρά μας ζουζούνια, με προσγείωσαν στη πραγματικότητα, η χαλάρωση με τέσσερα παιδιά, ομολογώ πως θα είναι κάπως δύσκολη. Δεν πρόλαβα να τελειώσω τη σκέψη μου και ακούστηκαν οι φωνές τους οι τσιριχτές μόλις μπήκαν στο ξενοδοχείο:

-Θεία, έλα γρήγορα να δεις έχει και πισίνα, θα περάσουμε τέλεια.

-Έρχομαι, δώστε μου μισό λεπτό ν’ αφήσω τα πράγματα μου και να βάλω μαγιό.

Μετά βίας πρόλαβα ν’ αλλάξω τα ζουζούνια είχαν φορέσει μαγιό και μπρατσάκια και χτυπούσαν την πόρτα μου τόσο δυνατά, που αν δεν άνοιγα γρήγορα μπορεί και να την έσπαγαν. Βουτήξαμε όλοι μαζί στην πισίνα, που ήταν απολαυστική με την ανυπόφορη ζέστη που είχε αυτές τις μέρες. Τα κορίτσια άρχισαν να φωνάζουν τη μαμά και το μπαμπά τους να έρθουν. Άρχισαν να μιλούν το ένα μετά το άλλο που ζαλίστηκα.

-Θεία πάνε να τους φωνάξεις, δεν ακούν.

-Ναι θεία, να κάνουμε όλοι μαζί αγώνες στις βουτιές.

-Ναι ναι άντε πάνε.

-Μισό λεπτό παιδιά, δεν μπορώ να σας αφήσω μόνους στην πισίνα.

Τότε είδα τον ναυαγοσώστη και τον φώναξα να τους προσέχει μέχρι να γυρίσω. Τυλίχτηκα με την πετσέτα και έτρεξα να τους φωνάξω. Τα δωμάτια ήταν ισόγεια και πήγα από την μπαλκονόπορτα που ήταν πιο κοντά. Φτάνοντας έξω από το παράθυρο, πριν φωνάξω, άκουσα κάτι βογγητά, στην αρχή δεν πήγε το μυαλό μου, αλλά όταν τους είδα πίσω από τη δαντελένια λευκή κουρτίνα, κατάλαβα ότι ήταν στο αποκορύφωμα της ερωτικής τους επαφής. Ευτυχώς που δεν φώναξα θα τους το χαλούσα. Δεν είχα σκεφτεί καθόλου ότι ήταν δύσκολο γι αυτούς, να ζουν τον έρωτα τους με τέσσερα παιδιά γύρω τους. Ομολογώ πως ζήλεψα όταν τους είδα, γιατί είχα χρόνια να ζήσω τον έρωτα και την ερωτική επαφή, θα ξεχάσω και πως γίνεται. Σταμάτησα να το σκέφτομαι γιατί θα μελαγχολούσα. Ίσως γι αυτό με ήθελαν μαζί τους, για να μπορέσουν να προλάβουν να χαρούν τις μαγικές στιγμές του έρωτα και του οργασμού. Ξαφνικά άκουσε τη φωνή του Παύλου και πήγε πιο εκεί για να μη την δουν.

-Φτάνει αγάπη μου, δε θέλω να σε κουράσω.

-Όχι Παύλο μου δε με κουράζεις, απλά δεν μπορώ να νιώσω τον έρωτα όπως πριν και σε επηρεάζω και δεν ολοκληρώνεις.

Για ένα περίεργο λόγο, κρυφάκουγα και δεν έφευγα, ήθελα ν’ ακούσω τη συνέχεια.

-Παύλο γι αυτό σου λέω ότι πρέπει να το δοκιμάσεις με την Έφη. (Συνέχισε η Σοφία).

Μα τι του λέει, είναι δυνατόν να του ζητάει κάτι τέτοιο; Και ποιος της είπε ότι εγώ θα δεχόμουν; Δε κατάλαβα.

-Πάψε πια, καταλαβαίνεις τι μου ζητάς; (Της είπε ο Παύλος).

-Παύλο μου μην το παίρνεις στραβά, θα δεις θα σ’ αρέσει.

--Δεν μπορώ να το κάνω αυτό αγάπη μου, η Έφη δεν με ελκύει καθόλου σα γυναίκα, δεν είναι θηλυκή, δε βλέπεις πως ντύνεται, δε με τραβάει τίποτα πάνω της και πόσο μάλιστα να κάνω έρωτα μαζί της. Φτάνει τώρα ντύσου να πάμε στην πισίνα, γιατί σα να άκουσα τα παιδιά να φωνάζουν.

Είχα μείνει άναυδη μ’ αυτά που άκουσα άθελα μου, μου ερχόταν να κάνω εμετό και ήθελα να εξαφανιστώ από προσώπου γης. Είναι δυνατόν η αδερφή μου να ζητάει κάτι τέτοιο από τον άνδρα της; Κι ο Παύλος δεν μ’ έβλεπε καθόλου θηλυκή, δεν μ’ έβλεπε καν σα γυναίκα, δεν του άρεσαν ούτε τα ρούχα μου. Μα γιατί τι κάνω λάθος; Με πείραξε πολύ αυτή η κριτική του Παύλου και η πρόταση της αδελφής μου με πλήγωσε, μου ερχόταν να βάλω να κλάματα. Δεν είναι σωστό να ρυθμίζουν οι άλλοι τη ζωή μου και πόσο μάλλον την ερωτική ζωή μου πίσω από την πλάτη μου, είναι άδικο. Αυτή τη στιγμή η οργή μου ήταν τόσο μεγάλη που θα μ’ έπνιγε, έτρεξα γρήγορα και βούτηξα με φόρα στην πισίνα. Τα παιδιά ενθουσιάστηκαν κι άρχισαν να με  χειροκροτούν και να φωνάζουν: «μπράβο θεία!». Όταν βγήκα στην επιφάνεια, είδα τον Παύλο και τη Σοφία να έρχονται. Η αδερφή μου είχε αδυνατίσει πάρα πολύ και στο κεφάλι δεν φορούσε την περούκα της, ούτε καν σκουφάκι, δυστυχώς είχαν πέσει όλα τα μαλλιά της από τις θεραπείες. Μου έκανε φοβερή εντύπωση η αντίδραση των παιδιών που φώναζαν:

-Μπράβο ,ζήτω η μαμά έβγαλε το τριχωτό σκουφάκι και ετοιμάζεται για βουτιάαααααα!

Οφείλω να παραδεχτώ πως το χειρίστηκε πολύ καλά το πρόβλημα της υγείας της με τα παιδιά, το αποδέχτηκαν και το έβαλαν στη ζωή τους σα καθημερινότητα, σίγουρα σ’ αυτό έπαιξε σημαντικό ρόλο κι ο Παύλος. Είδα τη Σοφία να με πλησιάζει κολυμπώντας:

-Δεν είναι τέλειο το νερό Έφη μου; Το απολαμβάνεις;

-Ναι ήταν ότι πρέπει μ’ αυτή τη ζέστη.

-Θέλεις το απόγευμα να πάμε για ψώνια όπως όταν κάναμε πιο μικρές που ερχόμασταν με τη μαμά και το μπαμπά;

-Ναι γιατί όχι, έτσι κι αλλιώς δεν πήρα πολλά ρούχα μαζί μου, γιατί τα περισσότερα έχουν βγει εκτός μόδας και ήθελα να ανανεώσω την καρνταρόμπα μου.

-Μμ, σίγουρα χρειάζεσαι ανανέωση .

-Τα παιδιά;

-Θα είναι με τον Παύλο.

-Τώρα που είπες Παύλο, πως θα λείψει τόσο καιρό από τη δουλειά του;

-Ευτυχώς έχει μόνο δυο δικαστήρια αυτό το μήνα θα κανονίσει να κατέβει αυτές τις μέρες.

-Εσύ τι έκανες με τη δουλειά σου;

--Σταμάτησα Έφη μου, λόγω θεραπειών.

-Τα παιδιά πάντως αντιμετωπίζουν πολύ καλά την όλη κατάσταση σου.

-Αυτό το πετύχαμε μαζί με τον Παύλο, τους μιλήσαμε ,τους εξηγήσαμε πως έχει η κατάσταση μου, στην αρχή αντέδρασαν λίγο περίεργα, τα κορίτσια δεν ήθελαν ούτε να με μιλήσουν για μια βδομάδα, προσπαθούσαν να μ’ αποφύγουν, δεν έτρωγαν και κλεινόντουσαν στο δωμάτιο τους. Τα αγόρια δεν το πολύ κατάλαβαν και παρ’ όλου που με έβλεπαν χάλια ζητούσαν να παίζουμε συνέχεια και να πηγαίνουμε κάθε μέρα βόλτα. Όταν μπήκα στο νοσοκομείο για δέκα μέρες, ο Παύλος τους έδωσε να καταλάβουν πόσο σοβαρά ήταν τα πράγματα και τους ζήτησε να κάνουν υπομονή, ο καθένας με τον τρόπο του. Συμβουλεύτηκε μια παιδοψυχολόγο που του έδωσε οδηγίες πως θα το κάνει.

-Γιατί δεν με ειδοποίησες, πως τα καταφέρατε χωρίς βοήθεια;

-Είχαμε βοήθεια, ήρθε η πεθερά μου για τρεις μήνες και έμεινε μαζί μας, να την έχει ο Θεός καλά μας βοήθησε πολύ.

-Η πεθερά σου πάντα σ’ αγαπούσε και σε θαύμαζε. Εμένα βέβαια δε με συμπαθούσε καθόλου δεν ξέρω γιατί.

-Γιατί το λες αυτό; Δε νομίζω ότι ισχύει κάτι τέτοιο.

-Βρε άκου με που σου λέω, όποτε με έβλεπε να μιλάω με το Παύλο προφασιζόταν μια δικαιολογία και μας διέκοπτε.

-Μα δεν είναι κακός άνθρωπος, λάθος θα κατάλαβες.

-Τέλος πάντων, λοιπόν πάω στο δωμάτιο να κάνω ντους και θα ζητήσω να μου φέρουν κάτι να φάω στο δωμάτιο , να πάρω παυσίπονο και να κοιμηθώ γιατί το κεφάλι μου θα σπάσει.

-Ναι πάνε να ξεκουραστείς γιατί μπορεί να σε κούρασαν και οι φωνές των παιδιών, δεν είσαι μαθημένη. Τα λέμε το απόγευμα, να είσαι έτοιμη στις 6μ.μ.

-Ωραία τα λέμε μετά. 

Το κεφάλι μου κόντευε να εκραγεί από τον πονοκέφαλο, επόμενο ήταν δεν ήταν λίγα κι αυτά που άκουσα πριν από την αδερφή μου και τον γαμπρό μου. Έκανα ένα μπάνιο και έπεσα για ύπνο, δεν είχα κουράγιο ούτε να φάω. Το μετάνιωσα μετά, γιατί με το που έκλεισα τα μάτια μου, το όνειρο που είδα ήταν απαίσιο, σαν εφιάλτης, «ο Παύλος άγριος , με χτυπούσε και έκανε σεξ μπροστά μου με μια άλλη όχι  με την αδερφή μου και πίσω από την πλάτη του ,ήταν η μάνα του που γελούσε ειρωνικά. Κάποια στιγμή ήρθε κι ο Μιχάλης στο όνειρο μου, η πρώτη μου αγάπη, προσπαθούσε να μου δώσει το χέρι του, αλλά ο ιστός μιας αράχνης τον εμπόδιζε».